- εκδικητής
- και γδικιωτής, ο (θηλ. εκδικήτρα και εκδικήτρια, η) (AM ἐκδικητής)1. αυτός που ανταποδίδει το κακό, ο τιμωρός («εκδικητής τού φόνου τού πατέρα του»)2. υπερασπιστής, προστάτης («ἐκδικητής τών αδυνάτων»).
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ἐκδικητής — avenger masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εκδικητής — ο θηλ. ήτρια και ήτρα 1. αυτός που εκδικείται, που ανταποδίνει το κακό που του έκαναν, που παίρνει τη ρεβάνς. 2. ο προστάτης, ο υπερασπιστής αυτών που αδικούνται: Ο εκδικητής των αδυνάτων … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ἐκδικηταῖς — ἐκδικητής avenger masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκδικηταί — ἐκδικητής avenger masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκδικητοῦ — ἐκδικητής avenger masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκδικητέα — ἐκδικητής avenger masc acc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκδικητήν — ἐκδικητής avenger masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκδικητά — ἐκδικητά̱ , ἐκδικητής avenger masc nom/voc/acc dual ἐκδικητής avenger masc voc sg ἐκδικητής avenger masc nom sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αλάστωρ — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Κακός και εκδικητικός δαίμονας που προκαλεί τον όλεθρο είτε ο ίδιος είτε κάνοντας όργανά του τους ανθρώπους. Στην τελευταία περίπτωση, α. ονομάζεται ο ίδιος ο άνθρωπος που διέπραξε τη μιαρή ή εκδικητική πράξη, όπως… … Dictionary of Greek
ἐκδικητάς — ἐκδικητά̱ς , ἐκδικητής avenger masc acc pl ἐκδικητά̱ς , ἐκδικητής avenger masc nom sg (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)